Ο Άνδρας, κάπου γύρω στα 40 του, μόνος, παρέα με τσιγάρα, μπύρες, χάπια και τον Μπελαφόντε, το καναρίνι του. Χωρίς παρόν, χωρίς μέλλον αλλά με παρελθόν. Με πειραγμένη υγεία και θολό μυαλό από μια σκάρτη ζωή και αρκετούς μπάτσους που δεν γουστάρουν τη φάτσα του. Α! ναι, και τις εμμονές του στην Αποκάλυψη του Ιωάννη…
Το “Χαμένος τα παίρνει όλα” ολοκληρώνει την Τριλογία του Νικολαΐδη
Ο Άνδρας περιπλανιέται στα σοκάκια της πόλης, ανάμεσα στις γυναίκες της ζωής του, εφήμερες σχέσεις, σκοτεινές νύχτες, παρακμιακά μπαρ και στριπτιζάδικα, βρώμικες ιστορίες, άγρια θηλυκά και μικρές ελπίδες. Δουλεύει, όταν θέλει ή έχει ανάγκη, στο γραφείο του Χοντρού, ντετέκτιβ του υπόκοσμου.
Κλέβει, όταν θέλει ή έχει ανάγκη, από τυχαίους γνωστούς-άγνωστους που μπαίνουν στη ζωή του. Συναντά τον 19χρονο Μικρό –στο σπίτι της παλιάς ερωμένης που αγαπάει ακόμα– και βρίσκει σ’ αυτόν τον σύντροφό του: ακολουθεί στην περιπέτεια χωρίς να ρωτάει πολλά.
Στο δρόμο τους μπλέκονται γκόμενες, λεφτά, εχθροί, ναρκωτικά, κάμερες, κυνηγητά και φόνοι. Οι νύχτες γίνονται επικίνδυνες και οι μέρες περίεργες. Οι δυο τους και τρεις γυναίκες –η Έλσα, το Βατόμουρο και η Μαυρούκα, κάθε μία γι’ άλλο λόγο μαζί τους– αποφασίζουν να τα πιάσουν χοντρά και να την κάνουν. Από το μπαρ ELDORADO στο εξωτικό νησί. Χωρίς να προδώσουν την αθωότητα της παρακμής τους και τις σταγόνες της αγάπης τους.
Η περιπέτεια από αστεία γίνεται σοβαρή και το ταξίδι στον Παράδεισο ή στην Κόλαση, χειροπιαστό –ανάλογα ποιός θ’ αντέξει.